Τα κείμενά μου σε αυτή την σελίδα δημοσιεύθηκαν (ή προορίζονταν για δημοσίευση) σε
εφημερίδες,  περιοδικά και διάφορες ιστοσελίδες. Δεν αντανακλούν πάντα
τις προσωπικές μου απόψεις αλλά θεωρώ ότι έχουν ενδιαφέρον.


Δευτέρα, 20 Μαϊος 2013 16:59

Φθηνές ζωές για να φορά η Δύση φθηνά ρούχα

Written by
Η περασμένη Δευτέρα ήταν η πρώτη μέρα –από της 24 Απριλίου – που τα σωστικά συνεργία στη Ντάκα του Μπανγκλαντές, δεν ανέσυραν ούτε ένα νεκρό από τα ερείπια του εργοστασίου παραγωγής ρούχων που κατέρρευσε σα χάρτινος πύργος.
Ο αριθμός των θυμάτων ξεπερνά τους 1100 και των τραυματιών τους 2.000 σε ένα δυστύχημα που χαρακτηρίζεται σαν η μεγαλύτερη βιομηχανική τραγωδία που έπληξε ποτέ τη χώρα.
Η κατάρρευση του «Ράνα Πλάζα» όπως λεγόταν το κτίριο που παρήγαγε ρούχα για μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρίες ένδυσης στον κόσμο, φέρνει αυγή τη φορά σε διεθνές επίπεδο το πρόβλημα της ασφάλειας και των εργασιακών συνθηκών όχι μόνο στο Μπανγκλαντές αλλά γενικότερα στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Το Μπανγκλαντές είναι αυτή τη στιγμή η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός χώρας ειδών ένδυσης στον κόσμο μετά την Κίνα. Βίωσε μια ταχύρυθμη ανάπτυξη στον συγκεκριμένο τομέα, ανάπτυξη που όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι άναρχη και υπακούει μόνο στις ανάγκες της αγοράς για φθηνά εργατικά χέρια και μεγαλύτερη υπεραξία. Πώς όμως έφτασε το Μπανγκλαντές να γίνει βιομηχανική δύναμη στην ένδυση και γιατί από την αρχή του χρόνου μετρά εκατοντάδες νεκρούς εργάτες;

Οι καταναλωτές παγκοσμίως έχουν συνηθίσει σε αυτό έχει επικρατήσει να αποκαλείται «γρήγορη μόδα». Οι μεγάλες εταιρίες παραγωγής ρούχων, αντί να λανσάρουν στην αρχή κάθε σεζόν τη νέα τους κολεξιόν και τις ενδυματολογικές τους προτάσεις, αλλάζουν τα σχέδιά τους κάθε 15 ημέρες. Ο στόχος προφανής.
Αντί οι καταναλωτές να ψωνίζουν μια φορά στο εξάμηνο, να περνούν κάθε δεκαπενθήμερο από αλυσίδες ρούχων όπως οι Zara, H&M κτλ, για να ανανεώνουν με φθηνά ρούχα τις γκαρνταρόμπες τους.
Σε πρόσφατο δημοσίευμά της η Wall Street Journal τονίζει ότι η έκρηξη που βιώνει στον τομέα της ένδυσης το Μπανγκλαντές οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην δίψα των Αμερικανών για φθηνά ρούχα.
Η γρήγορη μόδα ωστόσο έχει υψηλό κόστος , που προς το παρόν τουλάχιστον δεν περνά στις τιμές που πληρώνει ο καταναλωτής.

Η τραγωδία του Ρανα Πλάζα δεν είναι η μόνη, απλά είναι η πιο τρανταχτή περίπτωση καταστρατήγησης κανόνων ασφάλειας και εργοδοτικής αυθαιρεσίας
Τον Μάρτιο, σε πυρκαγιά που ξέσπασε σε εργοστάσιο ρούχων στην Ντάκα που έραβε ρούχα για την Zara, έχασαν τη ζωή τους επτά εργάτες. Περισσότεροι από 100 εργάτες είχαν χάσει τη ζωή τους δύο μήνες νωρίτερα, επίσης στη Ντάκα, σε εργοστάσιο που έφτιαχνε ρούχα, για την αμερικανική Wal-Mart.
Η Inditex (η εταιρία που ελέγχει τη Zara) έστειλε δικούς της εμπειρογνώμονες στο εργοστάσιο και αμέσως μετά σταμάτησε τη συνεργασία της με τη βιοτεχνία

Εργατικές ενώσεις προειδοποιούν ότι οι αυστηροί χρόνοι θέτουν σε κίνδυνο της ζωή των εργαζομένων. Η ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση των αλυσίδων ένδυσης από ένα παραγωγικό μοντέλο που ζητεί όλο και χαμηλότερο κόστος παραγωγής, πιέζει τις βιοτεχνίες των αναπτυσσόμενων χωρών πέραν των ορίων τους, στο να βάζουν δηλαδή τους χρόνους παράδοσης πάνω από την ασφάλεια των εργαζομένων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για το Ράνα Πλάζα είχαν γίνει καταγγελίες από εργαζόμενους για την ασφάλεια του κτιρίου που είχαν παρατηρήσει επικίνδυνες ρωγμές. Αυτό δεν εμπόδισε τον ιδιοκτήτη του Σοχέλ Ράνα να συνεχίσει κανονικά την παραγωγή χωρίς να δώσει λογαριασμό σε κανέναν. Εδώ φτάνουμε σε δύο άλλα ζητήματα που προκύπτουν ως συμπέρασμα από την πρόσφατη τραγωδία. Πρώτον στην έλλειψη εργατικής νομοθεσίας που να προστατεύει τον εργαζόμενο και δεύτερον στις ιδιαίτερες σχέσεις επιχειρηματιών με την πολιτική εξουσία. Ο Ράνα για παράδειγμα ήταν γνωστός στην Ντάκα για το ότι εξασφάλιζε προστασία σε πολιτικά πρόσωπα.
Αναφορικά με τα εργατικά δικαιώματα, στο Μπανγκλαντές απαγορεύεται ο συνδικαλισμός. Σωματεία επιτρέπονταν μόνο κατόπιν άδειας του εργοδότη. Κάποιες εργατικές ενώσεις καταγγέλλουν μάλιστα ότι αν στο εργοστάσιο του Ράνα υπήρχε σωματείο ίσως να είχε ασκήσει πιέσεις για να εκκενωθεί το κτίριο και να αποφευχθεί η καταστροφή.

700 θάνατοι στην περίοδο 2005-2012
Η αύξηση των ημερομισθίων στην Κίνα οδηγεί όλο και περισσότερες εταιρίες του λιανεμπορίου να μεταφέρουν την παραγωγή τους στο Μπανγκλαντές.
Μια βιομηχανία αξίας 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων στοιβάζεται σε παλιά ακατάλληλα κτίρια, χωρίς συστήματα ασφαλείας, ανεπαρκές δίκτυο ηλεκτροδότησης, χωρίς εξόδους ασφαλείας και φτωχό εξοπλισμό πυρόσβεσης. Περισσότεροι από 700 εργάτες είχαν πεθάνει από το 2005 μέχρι το τέλος του 2012 στα εργοστάσια του Μπανγκλαντές.
Σύμφωνα με μελέτη, του Working Rights Consortium με έδρα την Ουάσινγκτον, η βελτίωση της ασφάλειας στα περίπου 5.000 εργοστάσια του Μπανγκλαντές, θα απαιτήσει επενδύσεις 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Οι λιανέμποροι δεν θέλουν να πληρώσουν αυτά τα χρήματα τη στιγμή που το κύριο μέλημα τους είναι πως θα συμπιέσουν ακόμη περισσότερο το κόστος καθώς η κύρια πελατεία τους στις δυτικές χώρες χτυπιέται από τη λιτότητα και τις συνεχείς αυξήσεις φόρων.
Η μετακίνηση της βιομηχανίας ρούχων στο Μπανγκλαντές σηματοδοτεί την απαρχή της εποχής της «γρήγορης μόδας». Πριν, οι επιχειρήσεις παρήγγειλαν ρούχα ανά σεζόν και είχαν αρκετό χρόνο μπροστά τους για να γεμίσουν τις αποθήκες τους. Καθώς η ζήτηση αυξανόταν οι εταιρίες άρχισαν να πιέζουν για όλο και στενότερους χρόνους παράδοσης.
Στη δεκαετία του ‘90 οι Zara και η H&M άλλαξαν τους κανόνες του παιχνιδιού ασκώντας ακόμη μεγαλύτερη πίεση στις βιοτεχνίες για περισσότερα ρούχα και σχέδια με το ίδιο περιθώριο κέρδους. Η H&M για παράδειγμα, την περασμένη δεκαετία είχε περιθώριο κέδρους 50% τη στιγμή που οι μεγαλύτεροι ανταγωνιστές τις όπως οι GAP και URBN ποτέ δεν ξεπέρασαν το 40%.

Το μηνιάτικο, και οι πιέσεις στις εταιρίες
Βιοτέχνες αλλά και εργατικές ενώσεις υποστηρίζουν ότι οι βιοτεχνίες θα πρέπει να ξεκινήσουν σταδιακά να θέτουν όρια και λιγότερες επιλογές στους λιανέμπορους της Δύσης. Οι τελευταίοι ωστόσο επιμένουν ότι απλά λειτουργούν με βάση τη ζήτηση, επιχείρημα που η πλευρά των εργαζομένων απορρίπτει λέγοντας ότι αυτή είναι μια τεχνητή ανάγκη που οι ίδιες οι εταιρίες δημιούργησαν. Πολλές επιλογές δεν υπάρχουν. Με δεδομένο ότι οι δυτικοί καταναλωτές δεν μπορούν πλέον να πληρώσουν περισσότερα χρήματα για ρούχα και εφόσον οι βιοτέχνες ασκήσουν πιέσεις για τους χρόνους παράδοσης και την εργασιακή ασφάλεια, οι εταιρίες θα πρέπει αργά ή γρήγορα να επανέλθουν στη λογική της εποχιακής σεζόν ή να φύγουν από το Μπανγλκαντές, την Καμπότζη και την Ινδονησία για κάποιες άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, με χαμηλότερα μεροκάματα και στάνταρνς ασφαλείας.

Το πρόσφατο δυστύχημα στο Μπανγκλαντές πάντως φαίνεται ότι ταρακούνησε τις πολυεθνικές.
Ευρωπαϊκές εταιρίες ένδυσης ανάμεσά τους οι σουηδική H&M και η ισπανική Inditex στην οποία ανήκει η Zara ανακοίνωσαν ότι θα υπογράψουν συμφωνία για τη βελτίωση των συνθηκών ασφάλειας στα εργοστάσια που παράγουν ρούχα για λογαριασμό τους.
Οι ευρωπαϊκές εταιρίες δέχθηκαν πιέσεις μετά από τη διάσταση που πήρε το θέμα διεθνώς καθώς και από το γεγονός ότι συγκεντρώθηκαν ένα εκατομμύρια υπογραφές καταναλωτών που καλούσαν τις εταιρίες να στηρίξουν τη συμφωνία. Μεταξύ των εταιριών που θα συνυπογράψουν είναι η Primak και η Tesco.
Από τις αμερικανικές εταιρίες προς το παρόν έχει υπογράψει μόνο η PVH στην οποία ανήκει η Calvin Klein ενώ η Li & Fung Ltd που προμηθεύει τη Walmart, τη μεγαλύτερη αλυσίδα λιανικής στις ΗΠΑ αρνείται
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση υπό το βάρος των αντιδράσεων και των διαδηλώσεων προχώρησε σε αλλαγή της εργατικής νομοθεσίας ώστε να επιτρέπεται στους εργάτες να οργανώνονται σε συνδικάτα ενώ προχώρησε σε μικρή αύξηση του μηνιαίου μισθού που κυμαίνεται κοντά στα 40 δολάρια.

1.479 ευρώ κοστολογείται η ανθρώπινη ζωή
Μία ιδέα για το πώς αποζημιώνονται τα εργατικά ατυχήματα στις αναπτυσσόμενες χώρες δίνει παλιότερο δημοσίευμα του Spiegel. Πριν από έξι χρόνια 250 εργάτες έχασαν τη ζωή τους σε πυρκαγιά στο Καράτσι του Πακιστάν. Η γερμανική εταιρία ένδυσης Kik για λογαριασμό της οποίας παρήγαγε ρούχα το εργοστάσιο, προσέφερε αποζημίωση 500.000 δολάρια στις οικογένειες των θυμάτων. Κάθε νεκρός εργάτης δηλαδή κοστολογήθηκε για 1.479 ευρώ, όσο δηλαδή ένας μέσος μισθός Γερμανού υπαλλήλου…

Τα σουτιέν και τα μπλουζάκια πόλο
Πριν μερικά χρόνια, στο βιβλίο του «Η παγκόσμια κρίση» ο πρώην οικονομικός αναλυτής της Le Monde Ζαν Μισέλ Κατρπουέν περιέγραφε την παγκόσμια κρίση και την απομύζηση υπεραξίας από τον αναπτυσσόμενο κόσμο με ένα απλό παράδειγμα. Τα σουτιέν που πωλούνταν αντί 20 ευρώ στα ράφια του γαλλικού κολοσσού λιανικής Carrefour. Ειδική αναφορά στο παράδειγμα του Κατρπουέν και την συμπίεση του κόστους παραγωγής κάνει και στο προτελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Επιστροφή στο μέλλον» και υπότιτλο «Η κρίση του υπαρκτού καπιταλισμού και η Αριστερά», ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου.
Τα 20 ευρώ αντί των οποίων πωλούνταν το κάθε σουτιέν κατανέμονταν σύμφωνα με την έρευνα του Κατρπουέν ως εξής:
Το Carrefour κρατούσε 10,81 ευρώ, το γαλλικό κράτος εισέπραξε ΦΠΑ 3,28 ευρώ, η γαλλική εταιρία που τα έφερνε στη Γαλλία και είχε το σχεδιασμό 2,74 ευρώ, τα έξοδα μεταφοράς ήταν 0,44 ευρώ η κινεζική βιομηχανία που τα παρήγαγε έπαιρνε, 2,73 ευρώ. Από αυτά, 1,64 ευρώ αντιστοιχούσε στην πρώτη ύλη, τα έξοδα παραγωγής ήταν 0,82 ευρώ, και το κέρδος του κινέζου ιδιοκτήτη της βιομηχανίας 0,27 ευρώ. Το εργατικό κόστος ήταν μόλις 0, 10 ευρώ….
Πρόκειται για μια γνωστή ιστορία για το πώς δουλεύει το σύστημα για χάρη της ανταγωνιστικότητας. Στο Ράνα Πλάζα οι έρευνες για επιζώντες έφεραν στο φώς τιμολόγια που θυμίζουν το παραπάνω παράδειγμα με τα σουτιέν. Μπλουζάκια polo που στο Λονδίνο πωλούνται για 30 λίρες στο ίδιο το εργοστάσιο πωλούνταν αντί 2,9 λιρών. Μπλουζάκι της εταιρίας mango που στο Μπανγκαντές είχε τιμή 3,4 ευρώ στην Ισπανία πωλείται από 26 έως 30 ευρώ και στη Βρετανία 26 έως 30 λίρες Άλλα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι η τιμή λιανικής των ρούχων που παρήγαγε το Ράνα Πλάζα έφτανε στο ράφι των δυτικών καταστημάτων από πέντε έως δέκα φορές υψηλότερα

Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 19-5-2013


Read 950 times