Έχουν περάσει επτά χρόνια από την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι, μια από χειρότερες τραγωδίες που έζησε η ελληνική κοινωνία τις τελευταίες δεκαετίες. Ο τραγικός απολογισμός; 104 νεκροί, δεκάδες τραυματίες και εγκαυματίες, χιλιάδες στρέμματα και περιουσίες στάχτη και ένα μεγάλο τραύμα στη συλλογική μνήμη, που θα παραμείνει ζωντανό όσο θα ζουν και οι γενιές των ανθρώπων που έζησαν την τραγωδία.
Στο διάστημα αυτών των 7 ετών ειπώθηκαν πολλά, το θέμα πήρε πολιτικές διαστάσεις, εργαλειοποιήθηκε -και εξακολουθεί να εργαλειοποιείται, ανάλογα την περίσταση και την περίοδο. Δεν είναι ωστόσο κάτι περίεργο αυτό, καθώς όλα περιστρέφονται γύρω από την αμφισβήτηση του κρατικού μηχανισμού. Μπορεί να ανταποκριθεί σε σοβαρές κρίσεις; Κι αυτό είναι ένα διαχρονικό ερώτημα, που υπερβαίνει κόμματα, πρόσωπα και κυβερνήσεις.
Σήμερα, επτά χρόνια μετά και με αφορμή τη θλιβερή επέτειο της 23ης Ιουλίου του 2018, με το CNN Greece επιστρέφουμε στο Μάτι, όχι για να θυμηθούμε πως έγιναν όλα, αλλά για να συναντήσουμε ανθρώπους που οι ζωές τους και τα σώματά τους σημαδεύτηκαν από τη φωτιά. Οι άνθρωποι που ήρθαν αντιμέτωποι με το θάνατο και γλίτωσαν από τύχη ή χάρη ανεξήγητων συμπτώσεων, μας λένε, τι σημαίνει να είσαι εγκαυματίας.
Οι εμπειρίες αυτών των ανθρώπων συγκλονίζουν. Ιστορίες που δεν ακούστηκαν σε κανένα τηλεοπτικό κανάλι, ούτε καταγράφηκαν στο βιβλίο της ιστορίας. Είναι όμως ιστορίες, που μας υπενθυμίζουν ότι η πυρκαγιά στο Μάτι εξακολουθεί να «καίει» στις ζωές κάποιων ανθρώπων.
Μαρτυρίες από τη νοσηλεία
«Σήμερα οι εγκαυματίες από το Μάτι υποφέρουμε πάρα πολύ. Περνάμε έναν Γολγοθά. Εγώ είμαι η πιο βαριά επιζήσασα», λέει στο CNN Greece η Πηνελόπη Κωνσταντάκη.
«Έχω γίνει νευροπαθής μετά το έγκαυμα. Αυτό σημαίνει ότι κάνω αιμοκάθαρση τρεις φορές την εβδομάδα, μέρα παρά μέρα. Εκτός από αυτό, έχω πάθει τρεις θρομβώσεις και έχω κάνει τρεις αγγειακές κλειστού τύπου. Έχω κάνει επτά πλαστικές. Από την πολλή αντιβίωση, έχασα την ακοή μου. Έγινα και υποθυρεοειδική. Ήμουν πάρα πολύ βαριά πάλι και με περιμένανε να καταλήξω εξαιτίας των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Σε τρεις περιπτώσεις οι γιατροί είπανε «δεν ξέρουμε αν θα τη βρούμε τη Δευτέρα». Είπαν στον αδερφό μου «αν θέλετε να την αποσυνδέσουμε, θα καταλήξει ήσυχα σε δύο μέρες». Ο αδερφός μου βρέθηκε σε δίλημμα και τελικά είπε «όχι, θέλω να της δώσω κι άλλη ευκαιρία». Και πράγματι, κατάφερα και επέζησα μετά από αυτό».
Η περίπτωση της Πηνελόπης Κωνσταντάκη είναι μια από τις πολλές περιπτώσεις εγκαυματιών στο ντοκιμαντέρ που παρουσιάζουμε στο CNN Greece. Στα νοσοκομεία της Αττικής διακομίσθηκαν 172 άτομα με εγκαύματα. Από μικρής έκτασης μέχρι πολύ σοβαρά. Από αυτούς τους ανθρώπους 15 έχασαν τη ζωή τους, ενώ σήμερα οι εγκαυματίες με σοβαρά εγκαύματα είναι 57. Όλοι τους έκαναν πολλαπλά χειρουργεία και σήμερα, ζουν έχοντάς τους αναγνωριστεί κάποιο ποσοστό αναπηρίας. Ο εγκαυματίας δεν είναι τραυματίας, με την έννοια ότι θα γίνει κάποια στιγμή καλά. Δεν θα γίνει ποτέ καλά και πάντα θα κουβαλάει τις συνέπειες των εγκαυμάτων του, όπως δυσκολίες στην κίνηση, πόνους, διαρκείς ενοχλήσεις, υποχρεωτική αλλαγή στον τρόπο ζωής του, αποφυγή του ήλιου καμιά φορά και της θάλασσας, τακτική επίσκεψη στον γιατρό για αξιολόγηση των τραυμάτων του και άλλα πολλά.
Τα αποτελέσματα σήμερα
«Το έγκαυμα είναι μία μόνιμη ασθένεια την οποία κουβαλάς. Έχεις δερματικά προβλήματα, έχεις οργανικά προβλήματα, έχεις νευρολογικά προβλήματα, τα οποία δυστυχώς πλέον ορίζουν τον τρόπο με τον οποίο θα ζεις τη ζωή σου», λέει στο CNN Greece Κάλλι Αναγνώστου, εγκαυματίας από το Μάτι και πρόεδρος του Συλλόγου Συγγενών Θανόντων & Εγκαυματιών.
«Είσαι εκτεθειμένος σε κάθε καιρική συνθήκη. Εάν το σώμα σου δεν μπορεί να λειτουργήσει, δεν θα μπορέσεις να κάνεις τίποτα. Εγώ συγκεκριμένα έχω 45% εγκαύματα. Κάηκα μέχρι το κόκκαλο. Είδα τα κόκκαλά μου μαύρα από τη φωτιά. Είχα αναπνευστικά προβλήματα, εσωτερικά εγκαύματα. Και από τότε μου έχει αφήσει και δερματικά προβλήματα και νευρολογικής φύσης. Προβλήματα τα οποία με δυσκολεύουν πάρα πολύ στη ρουτίνα μου. Δυστυχώς οφείλω να ακολουθώ ιατρικές οδηγίες και θεραπείες τις οποίες άλλοτε μπορώ να ακολουθώ πιο εύκολα, άλλοτε πιο δύσκολα, καθώς και οι συνθήκες δεν είναι πάντοτε ιδανικές. Όταν κάνει κρύο δεν μπορώ να φύγω, να κινηθώ εύκολα από το σπίτι. Το καλοκαίρι δεν μπορώ να είμαι έξω γιατί εκτίθεμαι στον ήλιο και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βράζει πάλι το σώμα μου και δεν μπορώ να το ανεχτώ. Πρέπει να παίρνω φαρμακευτική αγωγή. Πρέπει να κάνω συνεχώς εξετάσεις -όπως και οι περισσότεροι- για να ελέγχω την κατάσταση των εγκαυμάτων μου, τα οποία δυστυχώς δεν αποκαθίσταται. Απλά αυτή τη στιγμή συντηρούμε μια κατάσταση. Όλα αυτά που κάνουμε, φυσιοθεραπείες, εργοθεραπείες, γίνονται για συντήρηση και μόνο».
Πολλοί εγκαυματίες από το Μάτι εμφάνισαν αυτοάνοσα, ενώ ο ψυχικός τραυματισμός μπορεί να είναι αθέατος, αλλά παραμένει υπαρκτός. Είναι περιττό να πούμε ότι δεν υπήρξε καμία ουσιαστική κρατική πρόνοια για ψυχολογική υποστήριξη των ανθρώπων αυτών. Όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα κατέφυγαν σε ιδιώτες ειδικούς ψυχικής υγείας.
«Πάντοτε υπάρχει ένα τραύμα το οποίο προκαλείται και από την ίδια τη κοινωνία, γιατί δυστυχώς δεν μπορεί να αντιληφθεί και να δεχθεί αυτό που είμαστε», συμπληρώνει η Κάλλι Αναγνώστου. «Είμαστε πλέον μια κατηγορία ανθρώπων, δακτυλοδεικτούμενη κιόλας. Υπάρχουν βλέμματα που δεν μας κοιτούν πάντοτε με κατανόηση. Βλέμματα τα οποία είναι περίεργα. Μας επεξεργάζονται και ενδεχομένως ανησυχούν για το αν αυτό που κουβαλούμε είναι κάτι κολλητικό. Το οποίο δεν είναι εύκολο καθόλου να το διαχειριστείς. Και ειδικά όταν ξέρεις ότι όλο αυτό έχει προκληθεί από κάτι για το οποίο δεν φέρεις εσύ καμία ευθύνη. Είναι ένα τεράστιο βάρος, το οποίο απλά εντείνει όλο το υπόλοιπο φορτίο που κουβαλάμε».
Σύντομο ιστορικό της πυρκαγιάς
Το απόγευμα της Δευτέρας 23 Ιουλίου του 2018, γύρω στις 16:45, εκδηλώθηκε φωτιά στην περιοχή του Νταού Πεντέλης, στην Ανατολική Αττική. Η αρχική αιτία της πυρκαγιάς αποδίδεται σε ανθρώπινη αμέλεια. Λόγω των εξαιρετικά ισχυρών ανέμων, που έφταναν έως και τα 10 μποφόρ, η πυρκαγιά εξαπλώθηκε προς τις κατοικημένες περιοχές της Ραφήνας, του Νέου Βουτζά πέρασε τη Λεωφόρο Μαραθώνος και έκαψε το Μάτι.
Η φωτιά κινήθηκε με ταχύτητα και πολλοί κάτοικοι και παραθεριστές αιφνιδιάστηκαν και εγκλωβίστηκαν στα σπίτια τους, στους δρόμους ή στις παραλίες. Αποδεδειγμένα πλέον ο κρατικός μηχανισμός έκανε αλλεπάλληλα λάθη και απέτυχε τόσο στο να ενημερώσει τον κόσμο έγκαιρα, όσο και στο να εκκενώσει την περιοχή.
Ο απολογισμός ήταν τραγικός: 104 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ανάμεσά τους και μικρά παιδιά, ενώ περισσότεροι από 250 τραυματίστηκαν. Χιλιάδες σπίτια και οχήματα καταστράφηκαν, ενώ το φυσικό περιβάλλον της περιοχής υπέστη εκτεταμένη καταστροφή.
Η απουσία συντονισμένου σχεδίου εκκένωσης, οι καθυστερήσεις στην κινητοποίηση των αρχών, τα πολεοδομικά προβλήματα της περιοχής και η γενικότερη έλλειψη προετοιμασίας, επιδείνωσαν την κατάσταση.
Η Δικαιοσύνη άργησε 7 χρόνια
Το 2023 ξεκίνησε η εκδίκαση της υπόθεσης με 21 κατηγορούμενους. Στις 29 Απριλίου 2024, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών εξέδωσε την πρωτόδικη απόφασή του: Έξι από τους 21 κατηγορουμένους κρίθηκαν ένοχοι για πλημμεληματικές πράξεις, όπως ανθρωποκτονία από αμέλεια και σωματικές βλάβες, με ποινές φυλάκισης που, αν και το άθροισμά τους έφτανε έως και τα 111 έτη, εκ του νόμου μετατράπηκαν σε χρηματικές ποινές περίπου 40.000 ευρώ έκαστος. Το γεγονός αυτό εξόργισε τους συγγενείς των θυμάτων και τους πληγέντες.
Ο ιδιοκτήτης από του οποίου το κτήμα ξεκίνησε η φωτιά (απρόσεκτο κάψιμο κλαδιών) καταδικάστηκε με ποινή φυλάκισης 3 ετών, με ισόβια αναστολή και χρηματική ποινή. Οι υπόλοιποι 15 κατηγορούμενοι, μεταξύ αυτών ανώτεροι υπάλληλοι του κράτους και αιρετοί, ομοφώνως αθωώθηκαν.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο Εφετείο και τον Ιούνιο του 2025 κρίθηκαν ένοχοι 10 από τους 21 κατηγορούμενους. Ένοχοι κρίθηκαν ο Ιωάννης Καπάκης -τότε γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, αλλά και οι έξι πρωτοδίκως καταδικασθέντες: Ο Σωτήρης Τερζούδης, πρώην αρχηγός της Πυροσβεστικής, ο Βασίλης Ματθαιόπουλος τότε υπαρχηγός, ο Ιωάννης Φωστιέρης πρώην επικεφαλής του ΕΣΚΕ, ο Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, πρώην Διοικητής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Αθηνών, ο Χαράλαμπος Χιώνης πρώην Διοικητής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής και ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, ο άνθρωπος από τον οποίο ξεκίνησε η φωτιά. Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων έκρινε ενόχους επίσης τους Φίλιππο Παντελεάκο τότε διευθυντή του Κέντρου Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας, Χρήστο Γκολφίνο Διευθυντή του «199» και Δαμιανό Παπαδόπουλο τότε Διοικητή του Πυροσβεστικού Σταθμού Νέας Μάκρης.
Οι Τερζούδης, Ματθαιόπουλος, Φωστιέρης και Καπάκης οδηγήθηκαν στη φυλακή για να εκτίσουν ποινή 5 ετών άνευ αναστολής και άνευ μετατροπής καθώς θεωρούνται ύποπτοι τέλεσης νέων αδικημάτων. Για τους υπόλοιπους 6 κατηγορούμενους η ποινή μετατράπηκε σε χρηματική (10 ευρώ την ημέρα).
Οι εγκαυματίες και οι συγγενείς των θυμάτων, δηλώνουν απογοητευμένοι από την απόφαση του Δικαστηρίου, θεωρώντας ότι θα έπρεπε να καταδικαστούν και άλλα άτομα ως υπεύθυνοι ενώ πολλοί από τους ενόχους «γλύτωσαν» τη φυλακή μόνο με χρηματικό πρόστιμο. Πάγιο αίτημα των συγγενών ήταν η αναβάθμιση της κατηγορίας σε κακούργημα, όπως είχε προτείνει τρεις φορές ο ανακριτής Αθανάσιος Μαρνέρης που χειρίστηκε την υπόθεση, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική και τις τρεις φορές από την Εισαγγελία.
Το Μάτι σήμερα, μπορεί να έχει πρασινίσει και πάλι αλλά δεν θυμίζει σε τίποτα το Μάτι πριν τη φωτιά. Πολλά σπίτια παραμένουν ακόμη ερείπια καθώς οι ιδιοκτήτες τους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τα ξαναφτιάξουν. Πρόκειται για σπίτια που δεν κρίθηκαν κατεδαφιστέα και οι αποζημιώσεις που θα μπορούσαν να λάβουν οι ιδιοκτήτες τους δεν επαρκούσαν για την αποκατάστασή τους.
Δημοσιεύθηκε στο CNN Greece 22/7/2025