Ο πόλεμος του Βιετνάμ ξεκίνησε για τις ΗΠΑ, τυπικά τον Αύγουστο του 1964 επί προεδρίας Λίντον Τζόνσον, με ένα στημένο, κατά κάποιο τρόπο επεισόδιο στον κόλπο Τόνκιν, ανοιχτά των ακτών του Βόρειου Βιετνάμ.
Στην ουσία όμως, για τις ΗΠΑ ο πόλεμος είχε ξεκινήσει στα τέλη του 1961 όταν ο Τζον Κένεντι έστειλε τους πρώτους 16.000 στρατιώτες στο Νότιο Βιετνάμ για να οργανώσουν και να βοηθήσουν την κυβέρνησή του να αντιμετωπίσει τους Βιετκόνγκ που με την τακτική του ανταρτοπόλεμου επέφεραν πλήγματα στο ηθικό του στρατού, και δημιουργούσαν φιλοεπαναστατικο κλίμα στην κοινωνία του Νοτίου Βιετνάμ. Ο Κένεντι έμελε να είναι ο πρόεδρος στον οποίο η ιστορία χρέωσε τον πόλεμο του Βιετνάμ αν και ο ίδιος κληρονόμησε την "καυτή πατάτα" της κρίσης από τον Αιζενχάουερ και σε όλη τη θητεία του μέχρι τη δολοφονία του ήθελε να αποφύγει μια εκτεταμένη εμπλοκή των ΗΠΑ. Τον Οκτώβριο του 1963 μάλιστα είχε ανακοινώσει ότι το πρόγραμμα εκπαίδευσης στο οποίο συμμετείχαν οι 16.000 Αμερικανοί στρατιώτες, θα ολοκληρωνόταν το 1965 και ότι από τον Δεκέμβριο του 1963 θα ξεκινούσε η αποχώρησή τους.
Μια σειρά από κακές επιλογές, λάθος εκτιμήσεις και διαφορετικές απόψεις στα υψηλά κλιμάκια της κυβέρνησης οδήγησαν στο μοιραίο, όπως αποδείχθηκε λάθος, να γίνει πραξικόπημα στο Νότιο Βιετνάμ, το οποίο τελικά θα οδηγούσε στο χάος, στην επέλαση των Βιετγκόγκ και την εμπλοκή των ΗΠΑ τον Αύγουστο του 1964.
Το 1954 μετά την επικράτηση των κομουνιστών του Χο Τσι Μίνχ και την εκδίωξη των Γάλλων από τη χώρα, ο Αιζενχάουερ είχε επιλέξει να μην εμπλακεί στην χερσόνησο της Ινδοκίνας. Το Βιετνάμ είχε χωριστεί στα δύο με το Βόρειο να ακολουθεί τον «δρόμο του σοσιαλισμού» και το Νότιο, ελεύθερο μεν να παραμένει όμως δεμένο στο άρμα της αποικιοκρατίας.
Ο Αιζενχάουερ είχε προειδοποιήσει τον Κένεντι να αποφύγει μια μονομερή εμπλοκή στην Ινδοκίνα. Ποτέ δεν θα μάθουμε αν τελικά θα είχε αποφύγει και αυτός την εμπλοκή. Το πώς οι ΗΠΑ έφτασαν στα γεγονότα του Κόλπου Τόνκιν και τελικά στον πόλεμο, μοιάζει με κατασκοπικό μυθιστόρημα. Ο τότε υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ρομπερτ Μακ Ναμάρα, στο βιβίλο του «Μια αναδρομή» που εκδόθηκε το 1995, δίνει την εικόνα που επικρατούσε στο Λευκό Οίκο όλο αυτό το διάστημα και κάνοντας την αυτοκριτική του, καταλήγει στο ότι η «επιχείρηση Βιετνάμ ήταν ένα λάθος».
Το φθινόπωρο του1961 οι επιθέσεις των Βιετγκόνγκ είχαν αυξηθεί σε βαθμό που δημιουργούσαν πλέον σοβαρά προβλήματα στην φιλοαμερικανική κυβέρνηση του Νγκό Ντιχ Ντιέμ. Στις αρχές του 1962, οι αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων παρέδωσαν στον Μακ Ναμάρα ένα μνημόνιο το οποίο ανέφερε ότι ο αμερικανικός στρατός είναι έτοιμος και μπορεί να αποτρέψει την πτώση του Βιετνάμ στα χέρια των κομουνιστών. Του ζήτησαν μάλιστα να το παραδώσει στον Κένεντι όπως και έκανε. Ο Κένεντι όμως απέρριψε την πρόταση λέγοντας ότι θα ήθελε περισσότερες πληροφορίες για το πως εξελίσσεται το πρόγραμμα εκπαίδευσης που ακολουθούσε η περιορισμένη αμερικανική δύναμη στο Νότιο Βιετνάμ. Ο Μακ Ναμάρα υποστήριζε τότε με αναφορές του ότι η νίκη κατά των Βιετκόνγκ εξαρτάται περισσότερο από οικονομικές και πολιτικές δράσεις και οικονομικά προγράμματα παρά από στρατιωτική δράση. Η οικονομική και κοινωνική μεταρρύθμιση θα ήταν αυτή που θα απέτρεπε στο να δημιουργηθεί πρόσφορο έδαφος για τους κομουνιστές στο Νότιο Βιετνάμ. Οι ενημέρωση που είχε ο Λευκός Οίκος ήταν ότι παρά τη δράση των Βιετκόνγκ η νοτιοβιετναμέζικη κυβέρνηση αντιστέκεται και κερδίζει έδαφος. Στις αρχές του 1963 όμως συνέβη κάτι που ανέτρεψε την εικόνα που είχαν οι Αμερικανοί. Βουδιστές μοναχοί ξεσηκώθηκαν κατά του Ντιέμ λόγω της νομοθεσίας που περιόριζε τις θρησκευτικές ελευθερίες. Η κυβέρνηση αντέδρασε βίαια και η απάντηση των μοναχών ήταν ακόμη πιο δυναμική. Είναι χαρακτηριστικές οι φωτογραφίες από εκείνη την εποχή με μοναχούς βουδιστές να αυτοπυρπολούνται στο κέντρο της Σαιγκόν. Τα γεγονότα ήταν ένα απότομο ξύπνημα για την Ουάσιγκτον, που μέχρι εκείνη τη στιγμή πίστευε ότι ο Ντίεμ είναι αγαπητός και ότι ελέγχει την κατάσταση. Τότε έγινε γνωστό ότι ο Ντιέμ μέσω του αδερφού του έχει ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας με το Βόρειο Βιετνάμ. Αυτό το έμαθε και ο Ντε Γκώλ ο οποίος θέλοντας να αποκαταστήσει την γαλλική επιρροή στην Ινδοκίνα κάλεσε σε επανένωση και ουδετεροποίηση του Βιετνάμ.
Ξαφνικά οι ΗΠΑ βρέθηκαν θα έχουν τους Γάλλους στο πόδια τους και αντέδρασαν σπασμωδικά. Τα γεράκια της Ουάσιγκτον είδαν στο γεγονός μια καλή ευκαιρία να ανατρέψουν με πραξικόπημα τον Ντίεμ. Αναθέτηκε στον Υφυπουργό εξωτερικών Ρότζερ Χίλμανν να έρθει σε επαφή με τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Σαϊγκόν και να τον ενημερώσει ότι δεν μπορούν οι ΗΠΑ να στηρίζουν άλλον τον Ντίεμ.
Στα απομνημονεύματά του ο Μακ Ναμάρα χαρακτηρίζει αυτήν την απόφαση ως τη σημαντικότερη που αφορούσε το Βιετνάμ στην περίοδο του Κένεντι και του Τζόνσον. Ο Κένεντι θα δώσει την έγκρισή του να φύγει το μήνυμα για τη Σαιγκόν αλλά πολύ σύντομα θα το μετανιώσει. Ο Ρόμπερτ Κένεντι θα πει αργότερα ότι "ο πρόεδρος θα παραδεχθεί πως η απόφαση ήταν ένα μεγάλο λάθος". Η ιδέα του πραξικοπήματος προωθήθηκε από τα τρία γεράκια της Ουάσιγκτον, τον γραμματέα του υπουργείου εξωτερικών για πολιτικές υποθέσεις Γουίλιαμ Χάριμαν, τον σύμβουλο ασφαλείας του προέδρου Μάικ Φόρεσταλ και τον υφυπουργό εξωτερικών Ρότζερ Χίλμαν.
Το μήνυμα του Χίλμαν έφυγε για τη Σαιγκόν στις 24 Αυγούστου του 1963.
Οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές καθώς όσοι πίστευαν ότι ο Ντιεμ έπρεπε να ανατραπεί εργάζονταν πυρετωδώς, ενώ ο Κένεντι μέχρι τελευταία στιγμή δεν ήθελε να δώσει την τελική εντολή, ούτε όμως έκανε κάτι για να σταματήσει τις προετοιμασίες. Η αναποφασιστικότητα δημιούργησε μια κατάσταση μη αναστρέψιμη και στις 2 Νοεμβρίου του 1963 έγινε το πραξικόπημα που ολοκληρώθηκε με τη δολοφονία του Ντίεμ.
Στο Βιετνάμ ακολούθησε χάος. Ο Κένεντι βέβαια δεν έζησε για να το δει καθώς τρεις εβδομάδες αργότερα δολοφονήθηκε. Ο Λίντον Τζόνσον βρέθηκε μπροστά σε μια κατάσταση που δεν μπορούσε να ελέγξει. Τα πραξικοπήματα στο Νότιο Βιετνάμ ήταν απανωτά και αποδείχθηκε ότι ο οι Αμερικανοί στήριξαν ένα πραξικόπημα χωρίς να έχουν προετοιμάσει μια διάδοχη κατάσταση. Τον Μάιο του 1964 η CIA έστειλε μια αναφορά στον πρόεδρο Τζόνσον που έλεγε ότι η κατάσταση το Βιετνάμ χειροτερεύει διαρκώς, οι Βιετκόνγκ κερδίζουν έδαφος, και ότι αν μέχρι το τέλος του χρόνου δεν γίνει κάτι για να υπάρχει ανάσχεση τους , «η ανττικομονουστική επιχείρηση δεν θα μπορεί πλέον να στηριχθεί».
Υπό την πίεση της αναφοράς της CIA και των γερακιών, ο Τζόνσον έδωσε εντολή να συνταχθεί ένα πολιτικό και στρατιωτικό σχέδιο για σταδιακή εμπλοκή του αμερικανικού στρατού στο Βιετνάμ. Στο σχέδιο βρισκόταν ουσιαστικά η μεθόδευση του επεισοδίου στον Κόλπο Τόνκιν που θα γίνει η αφορμή για την Αμερικανική εισβολή στο Βιετνάμ. Το αμερικανικό πλοίο Μαντοξ δέχτηκε επίθεση με τορπίλη στις 2 Αυγούστου και ένα ακόμη επεισόδιο έγινε δύο ημέρες αργότερα.. Μια εβδομάδα αργότερα ο Τζόνσον θα καταθέσει στο κογκρέσο το ψήφισμα Τόνκιν ζητώντας να σταλούν στο Βιετνάμ 550.000 στρατιώτες. Μετά από χρόνια έγινε γνωστό βέβαια ότι τα αμερικανικά πλοία ήταν αυτά που άνοιξαν πρώτα πυρ.
Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Ο πόλεμος θα τελειώσει το 1975 με την ταπείνωση των ΗΠΑ και την επανένωση του Βιετνάμ. Στα δέκα και πλέον χρόνια που κράτησε θα χάσουν τη ζωή τους 1,3 εκατομμύρια Βιετναμέζοι και 58.200 Αμερικανοί.
Από εχθροί, συνεταιράκια...
Ο χρόνος κλείνει τις πληγές και κάποιες φορές οι πρώην εχθροί γίνονται σύμμαχοι.
Το Βιετνάμ σήμερα είναι μία απέραντη βιομηχανική ζώνη για τα εργοστάσια της Δύσης, ανάλογη με τις βιομηχανικές ζώνες της Κίνας. Με τη διαφορά ότι τα μεροκάματα στο Βιετνάμ παραμένουν χαμηλότερα από τα Κινέζικα. Σιγά σιγά και σιωπηλά, το Βιετνάμ ξέφυγε από τον «κομουνιστικό δρόμο» στο οποίο λόγο ανάγκης περισσότερο είχε βάλει ο Χο Τχι Μινχ, και έχει γίνει ένα αντίγραφο του κινεζικού καπιταλισμού. Η άλλοτε έχθρα προς τις ΗΠΑ μεταλλάχθηκε σε αγαστή συνεργασία μετά τη χείρα φιλίας που πρόσφερε στη χώρα ο Μπίλ Κλίντον το 1995. Μια συνεργασία, που εξελίσσεται σχεδόν σε συμμαχία με κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και συζητήσεις για άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων ακόμη και την πώληση πολεμικών πλοίων. Ο πρέσβης των ΗΠΑ Τεντ Όσιους ήδη επιχειρηματολόγησε υπέρ αυτού σε επιτροπή του κογκρέσου.
Η λογική των ΗΠΑ είναι σαφής. Επιδιώκουν να σύρουν το Βιετνάμ στον άξονα Ιαπωνίας, Φιλιππίνων, Αυστραλίας για τον έλεγχο του Ειρηνικού απέναντι στην κινεζική επεκτατικότητα. Το Βιετνάμ έχει έτσι κι αλλιώς ανοιχτούς λογαριασμούς και διαφιλονικούμενες θαλάσσιες ζώνες με τον ισχυρό γείτονά του. Όπως σχολίαζε πρόσφατα η Wall Street Journal, η συνεργασία με το Βιετνάμ σε στρατιωτικό επίπεδο είναι το επόμενο βήμα για πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων των δύο χωρών το οποίο με τη σειρά του θα βοηθήσει στο περαιτέρω άνοιγμα του Βιετνάμ.
Στις ΗΠΑ πολλοί βετεράνοι, συγγενείς και γονείς στρατιωτών που χάθηκαν στον πόλεμο έχουν αρχίσει να αντιδρούν στην προοπτική ότι θα δουν τη χώρα τους να συμμαχεί με τον άλλοτε εχθρό.
Ο Χέρνι Κίσινγκερ είχε πει κάποτε ότι «τα έθνη δεν έχουν φίλους ή εχθρούς. Έχουν συμφέροντα». Δύσκολο πάντως μπορεί να δει κανείς τις χιλιάδες ταφόπλακες στο Άρλινγκτον και πολύ περισσότερες στο Βιετνάμ ως σύμβολα της νίκης των αμοιβαίων συμφερόντων. Εκτός και αν διαθέτει τον κυνισμό του Κίσινγκερ.
Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 24-8-2014